
- ΕΚΤΟΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ
- Posted
- Διαβάστηκε 184 φορές
«Θρήνος» για Παπαδάκη κι ούτε ένα δάκρυ για τις περιφερειακές εφημερίδες
Το αν σου αρέσει ένας δημοσιογράφος, είτε πρόκειται γι αυτούς που βρίσκονται στην αφάνεια, εργαζόμενοι πίσω από τις κάμερες ή σε κάποιο έντυπο, είτε στη βιτρίνα της ελληνικής τηλεόρασης, είναι κάτι εντελώς υποκειμενικό. Ο καθένας έχει τα δικά του χαρακτηριστικά, τον δικό του τρόπο για να βγάζει το ψωμί ή το παντεσπάνι του. Εσύ απλά επιλέγεις ποιον θα παρακολουθείς, θα ακούς ή θα διαβάζεις.
Γράφει ο Αντώνης Μουντάκης*
Για παράδειγμα, εμένα δεν μου αρέσει ο τρόπος που επέλεξε να πορευτεί όλα αυτά (τα πολλά) χρόνια ο Γιώργος Παπαδάκης στην πρωινή του εκπομπή: Έμπλεος λαϊκισμού αλλά και αυτοπροβολής κάθε μέρα, με μονολόγους που μονίμως καπέλωναν συνεργάτες και καλεσμένους, με μια τακτική που, πάντα κατά την ταπεινή μου άποψη, δεν συνέβαλε στο να βγάλεις τα συμπεράσματα που θα ‘θελες από μια συζήτηση, αλλά αυτή σχεδόν πάντα οδηγούνταν στην άποψη που είχε ο παρουσιαστής και όχι οι καλεσμένοι του, που γι αυτό τον λόγο -υποτίθεται ότι- καλούνταν σε μια τηλεοπτική εκπομπή.
Έτσι πορεύτηκε ο Γιώργος Παπαδάκης αυτά τα 34 χρόνια, ως παρουσιαστής του «Καλημέρα Ελλάδα», της μακροβιότερης εκπομπής της ελληνικής τηλεόρασης, ως ο απόλυτος κυρίαρχος της πρωινής ζώνης, από το 1992 μέχρι σήμερα.
Αγιογραφία
Φυσικά, η δική μου άποψη για την 34χρονη πορεία του, περιττεύει, όμως οφείλω να την καταθέσω για να πάω παρακάτω.
Εδώ και τρεις εβδομάδες περίπου, ένα μεγάλο κομμάτι σχεδόν κάθε εκπομπής του «Καλημέρα Ελλάδα», αναλώνεται στην αποχώρηση του πρωταγωνιστή της. Και ποιοι δεν έχουν περάσει από εκεί για να εκφράσουν την λύπη τους για το τέλος της τηλεοπτικής διαδρομής του Παπαδάκη. Δημοσιογράφοι, σκηνοθέτες, πολιτικοί, καλλιτέχνες, αθλητές κλπ. Μόνο ο καφετζής του ΑΝΤ1 δεν πέρασε ακόμη, αν και δεν είμαι σίγουρος γι αυτό καθώς δεν παρακολουθώ και φανατικά την εκπομπή.
Ακόμη και συνεργάτες του, με τους οποίους είχε επικούς καυγάδες, έσπευσαν ασθμαίνοντας να καταθέσουν το δάκρυ τους, συμβάλλοντας έτσι στην (αυτό)αγιογραφία που δημιουργείται τις τελευταίες μέρες.
Όλοι ένωσαν τη φωνή τους και συμφώνησαν ότι πρόκειται περί ενός ανεπανάληπτου κατορθώματος το να ηγείσαι μιας εκπομπής επί 34 χρόνια και μάλιστα τα περισσότερα από αυτά να είσαι στην κορυφή της πρωινής ζώνης. Πρόκειται όντως για κάτι που δύσκολα θα επαναληφθεί στην ελληνική τηλεόραση.
Η άλλη όψη του νομίσματος
Ωστόσο, υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος: το να είσαι αμετακίνητος σε ένα κανάλι επί 34 ολόκληρα χρόνια και μάλιστα σε μια ενημερωτική εκπομπή, κρύβει και κάτι άλλο. Είναι γνωστό τοις πάση ότι 4-5 τηλεοπτικά κανάλια, με μικρές εναλλαγές ενίοτε, καρπώνονταν και καρπώνονται την κρατική διαφήμιση εδώ και 30 χρόνια.Από την εποχή δηλαδή, του Νόμου Βενιζέλου (2328/ 1995), οπότε και -υποτίθεται- καθιερώθηκε το περίφημο 70-30 (70% για τα ΜΜΕ της Αττικής και 30% για τα ΜΜΕ της Επαρχίας) για την κατανομή της κρατικής διαφήμισης.
Και όταν καταστρατηγείται ο Νόμος και ΟΛΗ η κρατική διαφήμιση κατευθύνεται αποκλειστικά σε 6-7 καναλάρχες ή μεγαλοεκδότες της Αθήνας, καταλαβαίνει κάποιος ότι η πολιτική των καναλιών κτίζεται αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση των εκάστοτε κυβερνήσεων. Και για να κτιστεί αυτή η πολιτική απαιτούνται και τα ανάλογα υλικά, δηλαδή οι δημοσιογράφοι που θα κάνουν την «μπουγάδα». Άρα, όταν βρίσκεσαι σε ένα κανάλι επί 34 χρόνια, απλά είσαι μέρος του προβλήματος.
Ούτε ένα δάκρυ
Το 2010 στην Ελλάδα υπήρχαν περισσότερες από 200 εβδομαδιαίες περιφερειακές εφημερίδες. Με την έλευση της οικονομικής κρίσης, όλες ανεξαιρέτως κλυδωνίστηκαν, κάποιες έκλεισαν πολύ σύντομα, κάποιες άλλες άντεξαν για μερικά χρόνια και σήμερα απέμειναν σχεδόν οι μισές. Για εκείνες τις εφημερίδες, που ενδεχομένως να πρόσφεραν περισσότερα στη δημοσιογραφία, στις τοπικές κοινωνίες και τους πολίτες, ουδείς έκλαψε. Για τους εκδότες που αποχώρησαν από τον χώρο, όχι με τους φουσκωμένους λογαριασμούς των τηλεαστέρων - δημοσιογράφων, αλλά με χρέη και αναζητώντας άλλο τρόπο να βιοποριστούν, δεν έσταξε κανένα δάκρυ. Γι αυτούς που δεν έβαλαν λουκέτο στην επιχείρηση τους λόγω κακοδιαχείρισης, αλλά πληρώνοντας τις αμαρτίες άλλων. Γι αυτούς που «φεσώθηκαν» από διαφημιστικές εταιρείες οι οποίες εξαφανίστηκαν εν μια νυκτί, άλλαξαν όνομα και διεύθυνση και έκοψαν ρόδα μυρωμένα. Γι αυτούς που δεν μπορούσαν να στείλουν την εφημερίδα στον συνδρομητή τους, αφού είχαν πλέον δραματικά μειωμένη ταχυδρομική ατέλεια. Γι αυτούς που τους συμπεριφέρθηκαν ως βατράχια στον βάλτο στον οποίο τσακώνονταν τα βουβάλια, δηλαδή κόμματα, καναλάρχες και μεγαλοεκδότες.
Εν κατακλείδι
Και που φτάσαμε σήμερα; Το πολυθρύλητο «70-30», παραμένει «100%» που καταλήγει σε ελάχιστα ΜΜΕ, καθώς όποιες προσπάθειες (με καλή προαίρεση) τολμά να σκεφτεί οποιοσδήποτε υπεύθυνος περί Τύπου, απλά παραμένουν προσπάθειες. Στην εξίσωση προστέθηκαν πια και όσοι (ουκ ολίγοι!) είδαν φως και μπήκαν στο χώρο του Τύπου. Λαθρόβια έντυπα και ιστοσελίδες και κάθε πικραμένος που έκανε το όνειρο του πραγματικότητα, δηλαδή να έχει κι αυτός έναν ρόλο που τον βαφτίζει… δημοσιογραφικό.
Στην Ελλάδα του αέναου «ότι δηλώσεις, είσαι», αφού «δημόσια γράφεις», αυτοβαφτίζεσαι πλέον και «δημοσιογράφος».
Με τούτα και με κείνα, η δημοσιογραφία πήρε τη μορφή «σάντουιτς». Από τη μια πλευρά οι τηλεαστέρες - δημοσιογράφοι που εκτελούν πιστά και απαρέγκλιτα τις εντολές των μεγάλων αφεντικών του «100%», από την άλλη η στρατιά των αυτοβαφτιζόμενων «δημοσιογράφων» και στη μέση όλοι αυτοί που επιμένουν να αρνούνται το ρόλο του βάτραχου.
*Δημοσιογράφος, Ιδιοκτήτης – εκδότης της εφημερίδας «Νέοι Ορίζοντες Κρήτης», Πρόεδρος της Ένωσης Ιδιοκτητών Επαρχιακού Τύπου.